Εκοιμήθη σε ηλικία 95 ετών ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ο οποίος τις τελευταίες ημέρες νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό».
Η νοσηλεία του Αρχιεπισκόπου στην Αθήνα ξεκίνησε στις 3 Ιανουαρίου, έπειτα από αεροδιακομιδή από τα Τίρανα.
Ακολούθως είχε υποβληθεί εκτάκτως σε χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση αιμορραγικού επεισοδίου και είχε επιστρέψει στη ΜΕΘ, όπου νοσηλευόταν διασωληνωμένος. Τις τελευταίες ώρες η κατάσταση της υγείας του είχε παρουσιάσει νέα επιδείνωση.
Είχε αρχικά εισαχθεί σε νοσοκομείο της αλβανικής πρωτεύουσας στις 30 Δεκεμβρίου λόγω ίωσης που τον ταλαιπωρούσε.
Ο αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος (Γιαννουλάτος) υπήρξε ομότιμος καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Επίσης επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας ή Φιλοσοφίας 19 πανεπιστημίων, πανεπιστημιακών σχολών ή τμημάτων (Ελλάδος, ΗΠΑ, Ρουμανίας, Κύπρου, Γεωργίας, Αλβανίας, Ιταλίας). Επίτιμος συγκλητικός της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών (Αυστρία 2019). Επίτιμος πρόεδρος της «Παγκοσμίου Διασκέψεως των Θρησκειών για την Ειρήνη». Επίτιμος καθηγητής του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (2020).
Γεννήθηκε στον Πειραιά, στις 4 Νοεμβρίου 1929. Ηταν αριστούχος πτυχιούχος και διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε Θρησκειολογία, Ιεραποστολική και Εθνολογία στα Πανεπιστήμια Αμβούργου και Μαρβούργου της Γερμανίας ως μεταπτυχιακός υπότροφος του Ιδρύματος Alexander von Humboldt.
Χειροτονήθηκε διάκονος (1960), πρεσβύτερος (1964) και επίσκοπος Ανδρούσης (1972) για τη θέση του γενικού διευθυντού της «Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος» (1972-1991).
Ως αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, κατόρθωσε, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, να ανασυστήσει από τα ερείπια τη διαλυμένη επί 23 έτη Ορθόδοξο Αυτοκέφαλο Εκκλησία της Αλβανίας, αναπτύσσοντας πολυσχιδές έργο στους τομείς της υγείας, εκπαιδεύσεως, κοινωνικής προνοίας, αγροτικής αναπτύξεως, περιβάλλοντος και πολιτισμού. Συγχρόνως αγωνίσθηκε για την άμβλυνση των αντιθέσεων στα Βαλκάνια.
Το 2000, ύστερα από πρόταση τριάντα τριών τακτικών μελών της Ακαδημίας Αθηνών και πολλών προσωπικοτήτων της Αλβανίας, υπήρξε υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης.
Η συμβολή του στην επιστήμη της Ιστορίας των Θρησκευμάτων, τη σύγχρονη χριστιανική μαρτυρία, τη διαχριστιανική προσέγγιση, τον διαθρησκειακό διάλογο και την ειρηνική συνύπαρξη λαών και θρησκειών είχε διεθνώς αναγνωρισθεί.