Τετάρτη, 15 Ιανουαρίου

Ανακοινώθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής η κατάθεση του νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών – Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 – Πρόσθετες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας – Αναδιοργάνωση των ιατροδικαστικών υπηρεσιών – Ενίσχυση της λειτουργίας της Eurojust – Μέτρα για την προστασία των ανηλίκων και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας – Δικονομικές διατάξεις αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και άλλες ρυθμίσεις».

Η επεξεργασία του νομοσχεδίου θα αρχίσει αύριο, Πέμπτη 16 Ιανουαρίου, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης.

Τα 6 Μέρη του νομοσχεδίου

Το Μέρος Α’ του σχεδίου νόμου αφορά στην ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 1385/2024 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2024, για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας.

Ειδικότερα, οι εν λόγω διατάξεις αναφέρονται στα αδικήματα που αφορούν στη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών και την εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής και αποσκοπούν στην προστασία της γενετήσιας ελευθερίας, της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητάς τους.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται η πολυεπίπεδη αντιμετώπιση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και η ουσιαστική συμβολή στην εξάλειψή της. Για τον σκοπό αυτό, προτείνεται αρχικώς ο επανακαθορισμός της έννοιας του «συντρόφου» κατά την εφαρμογή του ν. 3500/2006 (Α’ 232), ενώ εντάσσεται στο ρυθμιστικό πεδίο του νόμου η απειλή μέσω επίμονης καταδίωξης ή αθέμιτης παρακολούθησης μέλους οικογένειας. Επίσης, επιδιώκεται η αντιμετώπιση του άμεσου κινδύνου με πρόβλεψη ρυθμίσεων σχετικά με την προδικασία, τη λήψη προληπτικών μέτρων και μέτρων δικονομικού καταναγκασμού, την αρμοδιότητα, την παραπομπή, την εκδίκαση και την εκτέλεση της ποινής επί αδικημάτων ενδοοικογενειακής βίας.

Ακόμη, εισάγονται αναγκαίες ρυθμίσεις αναφορικά με τη διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης στην ενδοοικογενειακή βία. Ειδικότερα, εντάσσονται στις προϋποθέσεις της ποινικής διαμεσολάβησης η αναγνώριση εκ μέρους του προσώπου, στο οποίο αποδίδεται η τέλεση της πράξης, των βασικών περιστατικών της υπόθεσης και η υποχρέωση κάλυψης των άμεσων οικονομικών αναγκών του θύματος. Προστίθεται, ακόμη, η δυνατότητα απόρριψης συμφωνίας διαμεσολάβησης με αιτιολογημένη διάταξη του εισαγγελέα καθώς και νέα περίπτωση διακοπής της διαμεσολάβησης και καταστροφής του υλικού διαμεσολάβησης σε περίπτωση μη ολοκλήρωσής της.

Τέλος, λαμβάνεται μέριμνα για την αντιμετώπιση άμεσων κινδύνων μέσω της πρόβλεψης επιβολής επιπλέον περιοριστικών όρων, ενώ επεκτείνεται ο κατάλογος των επαγγελματιών που έχουν υποχρέωση αναφοράς εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας με την ένταξη των φαρμακοποιών και των φυσιοθεραπευτών.

Στόχοι των διατάξεων αυτού του Μέρους είναι η ενσωμάτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 και η αποτελεσματική πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της βίας που προέρχεται από τους οικείους τους, η αποφυγή εκφοβισμού, αντιποίνων και δευτερογενούς και επαναλαμβανόμενης κακοποίησης των θυμάτων, η διευκόλυνση των θυμάτων για άμεση και εύκολη πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την καταγγελία περιστατικών βίας, καθώς και η αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών των θυμάτων με την παροχή εξειδικευμένης υποστήριξης και την κατάρτιση και την ενημέρωση των επαγγελματιών που θα έρθουν σε επαφή μαζί τους.

Στο Μέρος Β’ του νομοσχεδίου επιδιώκεται ο εξορθολογισμός ποινικών διατάξεων σχετικά με την ανήλικη παραβατικότητα και, συγκεκριμένα, των διατάξεων για την υποτροπή, τις διακεκριμένες μορφές συμπλοκής, τις γενετήσιες πράξεις ενώπιον ανηλίκου, την παραμέληση εποπτείας αυτού, την προσωρινή κράτηση καθώς και τη δυνατότητα παράστασης πραγματογνώμονα υπηρετούντος στη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση κατά την εξέταση ανήλικου θύματος. Θεσπίζεται ειδικό αξιόποινο για την παρεμπόδιση της δικαιοσύνης αλλά και δυνατότητα στον ζημιωθέντα διάδικο που δήλωσε υποστήριξη της κατηγορίας κατά τη διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας να απευθυνθεί με υπόμνημα στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών το οποίο κρίνει για τη χορήγηση ή μη της υπό όρο απόλυσης του κατηγορούμενου. Επίσης, παρέχεται η δυνατότητα στον ζημιωθέντα διάδικο που δήλωσε υποστήριξη της κατηγορίας κατά τη διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας να απευθυνθεί με υπόμνημα στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών το οποίο κρίνει για τη χορήγηση ή μη της υπό όρο απόλυσης του κατηγορούμενου. Η δυνατότητα του ζημιωθέντος διαδίκου να απευθύνεται με υπόμνημά του στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, το οποίο διαμορφώνει ουσιαστική κρίση για την αποφυλάκιση ή μη του καταδικασθέντος για εγκλήματα ιδιαίτερης ποινικής απαξίας αποσκοπεί στην προστασία του θύματος καθώς και στην αποφυγή του κινδύνου αντεκδίκησης. Τέλος, ενισχύεται η αποκαταστατική δικαιοσύνη μέσω ρυθμίσεων για την έμπρακτη μετάνοια και περαιτέρω προβλέπονται οι προϋποθέσεις αντικατάστασης μέτρων δικονομικού καταναγκασμού.

Στο Μέρος Γ’ του νομοσχεδίου επιδιώκονται η αναδιοργάνωση των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών του Κράτους, ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου που διέπει την υπηρεσιακή κατάσταση των Ιατροδικαστών και των υπαλλήλων των ιατροδικαστικών υπηρεσιών και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες και το κοινωνικό σύνολο.

Στο Μέρος Δ’ αντιμετωπίζονται ζητήματα που διευκολύνουν και προάγουν το δικαστικό έργο της Eurojust, όπως ο επανακαθορισμός των τυπικών προσόντων των εισαγγελικών λειτουργών που στελεχώνουν τις θέσεις των μελών της Eurojust, η εναρμόνιση της διαδικασίας διαβίβασης επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της Eurojust με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2018 και η συμπερίληψη της διευκόλυνσης εισόδου και εξόδου από το ελληνικό έδαφος πολίτη τρίτης χώρας στον κατάλογο των διερευνώμενων αδικημάτων. Το τελευταίο αφορά σημαντικό αριθμό υποθέσεων με διασυνοριακό χαρακτήρα.

Στο Μέρος Ε’ με τις προτεινόμενες διατάξεις μεταφέρονται συγκεκριμένες διοικητικές διαφορές ουσίας και ακυρωτικές διαφορές από την καθ’ ύλη αρμοδιότητα των Διοικητικών Εφετείων σε εκείνη των Διοικητικών Πρωτοδικείων, και μεταβάλλεται το κριτήριο της κατά τόπο αρμοδιότητας για την εκδίκαση των φορολογικών διαφορών, από εκείνο της έδρας της Αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, σε εκείνο της κατοικίας ή της έδρας του υπόχρεου φυσικού ή νομικού προσώπου, αντιστοίχως. Σκοπός των παρεμβάσεων είναι αφενός η σύμμετρη κατανομή των εκδικαζόμενων σε πρώτο βαθμό υποθέσεων μεταξύ Εφετείων και Πρωτοδικείων και αφετέρου η ασφάλεια των φορολογουμένων σε σχέση με τον καθορισμό του κατά τόπο αρμόδιου για την επίλυση της διαφοράς δικαστηρίου.

Στο Μέρος ΣΤ’ με τις λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου αντιμετωπίζονται ζητήματα που άπτονται της προστασίας της δημόσιας υγείας από άτομα που αντιποιούνται το επάγγελμα του ιατρού και του φυσικοθεραπευτή, ενισχύονται τα καθήκοντα του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της δικαστικής αστυνομίας μέσω της υποχρέωσης σύλληψης του δράστη που διαπράττει ενώπιόν του ή σε βάρος του, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αυτόφωρο κακούργημα η πλημμέλημα και εναρμονίζεται η εθνική νομοθεσία με τη νέα Οδηγία (ΕΕ) 2024/2808 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2024 που δεν απαιτεί πλέον τη διαβίβαση δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για αδικήματα κιβδηλείας. Επιπλέον, προβλέπονται παρεμβάσεις για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή άρθρων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όπως για την περικοπή μισθού δικαστικού λειτουργού με πράξη του Προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και τον ορισμό Εισαγγελέα και Ανακριτή Ανηλίκων και την πρώτη είσοδο στην ειδική επετηρίδα.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ.
Exit mobile version