Τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για πολύ καιρό ακόμη, παρά τη μερική αποκλιμάκωση που έχει σημειώσει έως τώρα ο πληθωρισμός τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στις ΗΠΑ. Εμμεσα ή άμεσα αυτό το μήνυμα προκύπτει από τις δηλώσεις των αξιωματούχων της ΕΚΤ, που βλέπουν τον νέο πόλεμο στη Μέση Ανατολή να στοιχειοθετεί μείζονα αποσταθεροποιητικό παράγοντα, ικανό να επιταχύνει τον πληθωρισμό.
Εν ολίγοις, να περιορίσει δραστικά τα περιθώρια ελιγμών των κεντρικών τραπεζών και να τους επιβάλει τη διατήρηση μιας αρκετά περιοριστικής νομισματικής πολιτικής, παρά την ανησυχία τους για το ενδεχόμενο πλήγμα στην ανάπτυξη. Μετά τη σαφέστατη τοποθέτηση της προέδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στη σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας ότι «τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για όσο χρειαστεί προκειμένου να επιστρέψει ο πληθωρισμός σε επίπεδα κοντά στον στόχο», έχει ακολουθήσει σειρά δηλώσεων στελεχών της Τράπεζας που εκφράζουν ανησυχία για το ενδεχόμενο νέας επιτάχυνσης του πληθωρισμού εξαιτίας του πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Ρόμπερτ Χόλτζμαν, διοικητή της Τράπεζας της Αυστρίας και στελέχους της ΕΚΤ, που τόνισε πως «από την τελευταία μας συνεδρίαση έχει αλλάξει η αίσθησή μας περί του κινδύνου, καθώς οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ενδέχεται να οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών του πετρελαίου και κατά συνέπεια σε νέα επιτάχυνση του πληθωρισμού». Ο ομόλογός του της Εσθονίας, Μάντις Μίλερ, άφησε επίσης να εννοηθεί πως η ΕΚΤ πρέπει να είναι σε ετοιμότητα για να λάβει τα μέτρα της, όταν τόνισε πως «πρέπει να παρακολουθούμε προσεκτικά τις εξελίξεις και με ιδιαίτερη προσοχή σε οποιαδήποτε ένδειξη νέας ανόδου των τιμών, όπως η πρόσφατη άνοδος των τιμών της ενέργειας εξαιτίας των γεωπολιτικών εξελίξεων». Την ανησυχία του εξέφρασε και ο Κωνσταντίνος Ηροδότου, ομόλογός του της Κύπρου, καθώς τόνισε ότι «δυστυχώς οι πρόσφατες εξελίξεις στο Ισραήλ παράλληλα με τη θλιβερή ανθρώπινη διάστασή τους αυξάνουν και τους οικονομικούς κινδύνους, όπως συνέβη με τις τιμές της ενέργειας και αν η κρίση παραταθεί θα έχουν επιπτώσεις στον πληθωρισμό».
Ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, άφησε χθες ανοικτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων.
Την ίδια στιγμή, «υψηλότερα επιτόκια για περισσότερο καιρό» είναι τις τελευταίες ημέρες η μόνιμη επωδός μεταξύ των στελεχών της αμερικανικής Federal Reserve, την οποία και επιβεβαίωσε χθες ο επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ. Σε ομιλία του στην Οικονομική Λέσχη της Νέας Υόρκης, ο κ. Πάουελ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων, καθώς τόνισε πως τα στελέχη της Fed «θα λάβουμε αποφάσεις για το κατά πόσον χρειάζεται ακόμη πιο περιοριστική νομισματική πολιτική και για το πόσο καιρό θα παραμείνει περιοριστική η νομισματική μας πολιτική βάσει του συνόλου των νέων στοιχείων, της εικόνας όπως εξελίσσεται και των κινδύνων». Τόνισε επίσης πως «δεδομένης της αβεβαιότητας και δεδομένων των κινδύνων, η επιτροπή νομισματικής πολιτικής προχωράει προσεκτικά». Ανάμεσα στα στελέχη της Fed που έχουν ταχθεί ανοικτά υπέρ της διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα ήταν ο πρόεδρος της Fed Νέας Υόρκης, Τζον Γουίλιαμς, που επανέλαβε πως η Fed «πρέπει να διατηρήσει την περιοριστική νομισματική πολιτική για αρκετό καιρό».
Προς αλλαγή στρατηγικής στην Ιαπωνία
Η τελευταία χώρα στον κόσμο που έχει ακόμη αρνητικά επιτόκια, η Ιαπωνία, ενδέχεται σύντομα να τα εγκαταλείψει και να αυξήσει το κόστος του δανεισμού μειώνοντας, έτσι, το χάσμα που τη χωρίζει από τις άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες. Αυτή είναι η εκτίμηση του Μακότο Σακουράι, πρώην στελέχους της Τράπεζας της Ιαπωνίας στην προηγούμενη διοίκησή της, που πιθανολογεί μια αύξηση των επιτοκίων του γιεν στην επικείμενη συνεδρίαση της 31ης Οκτωβρίου. «Ενδέχεται να το κάνουν οποιαδήποτε στιγμή και δεν θα αποτελεί έκπληξη δεδομένης της ανάκαμψης που σημειώνει η οικονομία», τόνισε ο Μακότο Σακουράι σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες σε διεθνή ΜΜΕ, αφού πρώτα εξήγησε ότι τα πραγματικά επιτόκια έχουν υποχωρήσει σημαντικά στην Ιαπωνία. Προσέθεσε ότι ακριβώς γι’ αυτό «η Τράπεζα της Ιαπωνίας πρέπει να εγκαταλείψει την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική και να επιστρέψει σε κανονικά επίπεδα επιτοκίων, που θα αντανακλούν τις μεταβολές στην οικονομία». Η αντίδραση της αγοράς στις δηλώσεις του ήταν μια άμεση ενίσχυση του γιεν, με την ισοτιμία του να διαμορφώνεται στα 149,62 γιεν προς το δολάριο ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων της Ιαπωνίας σημείωσαν άνοδο στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο.