Από τις 7 Οκτωβρίου, το Ισραήλ έχει εισβάλει στη βόρεια Γάζα με περίπου 40.000 μάχιμους στρατιώτες και σφυροκοπά τη μικρή περιοχή με μια από τις σφοδρότερες εκστρατείες βομβαρδισμών στην ιστορία. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους (στη φωτογραφία του Reuters/Mohammed Salem, επάνω, μικρός Παλαιστίνιος κρατάει ένα μωρό στην αγκαλιά του, ανάμεσα στα συντρίμμια που προκάλεσαν οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί στη Γάζα).

Περισσότεροι από 15.000 άμαχοι (συμπεριλαμβανομένων περίπου 6.000 παιδιών και 5.000 γυναικών) έχουν σκοτωθεί κατά τις επιθέσεις, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Γάζας που διοικείται από τη Χαμάς, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει υπονοήσει ότι ο πραγματικός απολογισμός μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερος.

Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα έχουν ισοπεδώσει οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί στη Λωρίδα της Γάζας, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι μαζικοί θάνατοι αμάχων δεν αποτελούν παράπλευρες απώλειες αλλά στρατηγική επιλογή (φωτογραφία Reuters)

Το Ισραήλ βομβάρδισε νοσοκομεία και ασθενοφόρα και κατέστρεψε περίπου τα μισά κτίρια της βόρειας Γάζας. Εχει σχεδόν διακόψει τις παροχές νερού, τροφίμων και ηλεκτρικής ενέργειας για τους 2,2 εκατομμύρια κατοίκους του παλαιστινιακού θυλάκου. Με οποιαδήποτε ερμηνεία, αυτή η εκστρατεία λογίζεται ως μια μαζική πράξη συλλογικής τιμωρίας κατά των αμάχων.

Ασαφής η στόχευση

Ακόμη και τώρα, καθώς οι ισραηλινές δυνάμεις πιέζουν βαθύτερα στη νότια Γάζα, η ακριβής στόχευση του Ισραήλ δεν είναι καθόλου σαφής.

Αν και οι ηγέτες του ισχυρίζονται ότι στοχεύουν μόνο τη Χαμάς, η προφανής έλλειψη διακρίσεων εγείρει πραγματικά ερωτήματα σχετικά με το τι επιδιώκει η κυβέρνηση, γράφει σε ανάλυσή του ο Robert A. Pape.

Είναι ο ζήλος του Ισραήλ για να διαλύσει τη Γάζα προϊόν της ίδιας ανικανότητας που οδήγησε στην τεράστια αποτυχία του ισραηλινού στρατού ν’ αντιμετωπίσει την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, τα σχέδια για την οποία βρίσκονταν στα χέρια των ισραηλινών στρατιωτικών και αξιωματούχων πληροφοριών περισσότερο από ένα χρόνο νωρίτερα;

Είναι η καταστροφή της βόρειας Γάζας και τώρα της νότιας Γάζας προοίμιο για την εκδίωξη ολόκληρου του πληθυσμού της επικράτειας στην Αίγυπτο, όπως προτείνεται σ’ ένα «υπηρεσιακό έγγραφο» το περιεχόμενο του οποίου συνέταξε το υπουργείο Πληροφοριών του Ισραήλ;

Βαθιά ηθικά προβλήματα

Όποιος κι αν είναι ο τελικός στόχος, η συλλογική καταστροφή της Γάζας από τις ισραηλινές δυνάμεις εγείρει βαθιά ηθικά προβλήματα.

Αλλά ακόμη και με καθαρά στρατηγικούς όρους, η προσέγγιση του Ισραήλ είναι καταδικασμένη σε αποτυχία – και πράγματι, ήδη αποτυγχάνει. Η μαζική τιμωρία των πολιτών δεν έπεισε τους κατοίκους της Γάζας να σταματήσουν να υποστηρίζουν τη Χαμάς.

Αντίθετα, έχει αυξήσει τη μνησικακία μεταξύ των Παλαιστινίων. Ούτε η εκστρατεία πέτυχε να διαλύσει την ομάδα που κατά τα φαινόμενα έχει στοχοποιήσει.

Πενήντα και πλέον ημέρες πολέμου δείχνουν ότι ενώ ο ισραηλινός στρατός μπορεί να κατεδαφίσει τη Γάζα, δεν μπορεί να καταστρέψει τη Χαμάς. Στην πραγματικότητα, η ομάδα μπορεί να είναι πιο δυνατή τώρα από ό,τι ήταν πριν.

Η πλάνη

Το Ισραήλ δεν είναι η πρώτη χώρα που πλανάται από την υπερβολική πίστη στην αποτελεσματικότητα που μπορεί να έχει η χρήση της αεροπορικής δύναμης για τον καταναγκασμό του άμαχου πληθυσμού.

Η ιστορία δείχνει ότι οι ευρείας κλίμακας βομβαρδισμοί περιοχών αμάχων σχεδόν ποτέ δεν επιτυγχάνουν τους στόχους τους.

Αυτό που παρέλειψε να πει ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου (φωτογραφία Reuters/Ammar Awad) ήταν ότι καμία από τις προσπάθειες των Συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο να τιμωρήσουν ομαδικά τους αμάχους δεν πέτυχε στην πραγματικότητα

Θα ήταν καλύτερα για το Ισραήλ αν είχε λάβει υπόψη του αυτά τα μαθήματα και αν είχε απαντήσει στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου με χειρουργικά πλήγματα κατά των ηγετών και των μαχητών της Χαμάς, αντί της αδιάκριτης εκστρατείας βομβαρδισμών που επέλεξε.

Αλλά δεν είναι πολύ αργά για ν’ αλλάξει πορεία και να υιοθετήσει μια βιώσιμη εναλλακτική στρατηγική για την επίτευξη διαρκούς ασφάλειας, μια προσέγγιση που θα βάλει μια πολιτική σφήνα μεταξύ της Χαμάς και των Παλαιστινίων αντί να τους φέρνει πιο κοντά: ουσιαστικά, μονομερή βήματα προς τη λύση της δημιουργίας δύο κρατών.

Χάνοντας την καρδιά και το μυαλό

Από τότε που εμφανίστηκε η αεροπορική δύναμη, οι χώρες προσπαθούν να βομβαρδίσουν τους εχθρούς για να τους υποτάξουν και να συντρίψουν το ηθικό των πολιτών τους.

Ωθούμενοι στο οριακό τους σημείο, λέει η θεωρία, οι πληθυσμοί θα ξεσηκωθούν ενάντια στις δικές τους κυβερνήσεις και θ’ αλλάξουν πλευρά. Αυτή η στρατηγική καταναγκαστικής τιμωρίας έφτασε στο απόγειό της κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η ιστορία θυμίζει τους αδιάκριτους βομβαρδισμούς πόλεων σ’ αυτόν τον πόλεμο και μόνο με τα τοπωνύμια των στόχων: Αμβούργο (40.000 νεκροί), Ντάρμσταντ (12.000) και Δρέσδη (25.000).

Τώρα η Γάζα μπορεί να προστεθεί σ’ αυτή την άθλια λίστα. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει παρομοιάσει ο ίδιος την τρέχουσα εκστρατεία με τον αγώνα των Συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ενώ αρνήθηκε ότι το Ισραήλ επιδόθηκε σε συλλογική τιμωρία σήμερα, επισήμανε ότι ένα χτύπημα της Βασιλικής Αεροπορίας με στόχο το αρχηγείο της Γκεστάπο στην Κοπεγχάγη σκότωσε πολλούς μαθητές.

Αυτό που ωστόσο παρέλειψε να πει ο Νετανιάχου ήταν ότι καμία από τις προσπάθειες των Συμμάχων να τιμωρήσουν ομαδικά τους αμάχους δεν πέτυχε στην πραγματικότητα.

Δεν έπληξε το ηθικό

Στη Γερμανία, η συμμαχική εκστρατεία βομβαρδισμών, που ξεκίνησε το 1942, έσπειρε τον όλεθρο στους αμάχους, καταστρέφοντας τη μια αστική περιοχή μετά την άλλη και τελικά 58 γερμανικές πόλεις και κωμοπόλεις συνολικά μέχρι το τέλος του πολέμου.

Ποτέ όμως δεν έπληξε το ηθικό των πολιτών ούτε προκάλεσε εξέγερση εναντίον του Αδόλφου Χίτλερ, παρά τις γεμάτες αυτοπεποίθηση προβλέψεις των αξιωματούχων των Συμμάχων. Πράγματι, η εκστρατεία μόνο ενθάρρυνε τους Γερμανούς να πολεμήσουν σκληρότερα από τον φόβο για μια δρακόντεια μεταπολεμική ειρήνη.

Παρά τις επί σχεδόν δύο μήνες σφοδρές στρατιωτικές επιχειρήσεις – ουσιαστικά ανεξέλεγκτες από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον υπόλοιπο κόσμο – το Ισραήλ έχει επιτύχει μόνο οριακά αποτελέσματα (στη φωτογραφία του Reuters, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, αριστερά, με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στο Τελ Αβίβ)

Αυτή η αποτυχία δεν θα έπρεπε να προκαλεί τόση έκπληξη, δεδομένου του τι συνέβη όταν οι Ναζί δοκίμασαν την ίδια τακτική. Το Μπλιτζ, οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου και άλλων βρετανικών πόλεων το 1940-41, σκότωσαν περισσότερους από 40.000 ανθρώπους, και ωστόσο ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ αρνήθηκε να συνθηκολογήσει.

Αντίθετα, επικαλέστηκε τις επακόλουθες απώλειες αμάχων για να συσπειρώσει την κοινωνία προκειμένου να προβεί στις απαραίτητες θυσίες για την επίτευξη της νίκης. Αντί να συντρίψει το ηθικό, το Μπλιτζ παρακίνησε τους Βρετανούς να οργανώσουν μια προσπάθεια πολλών ετών – με τους συμμάχους τους των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ενωσης – για να αντεπιτεθούν και τελικά να κατακτήσουν τη χώρα που τους βομβάρδισε.

Τακτική των ΗΠΑ

Στην πραγματικότητα, ποτέ στην ιστορία μια εκστρατεία βομβαρδισμών δεν ανάγκασε τον στοχευόμενο πληθυσμό να εξεγερθεί εναντίον της κυβέρνησής του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δοκιμάσει την τακτική πολλές φορές, χωρίς αποτέλεσμα.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, εξουδετέρωσε το 90 τοις εκατό της δυνατότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Κορέα. Στον πόλεμο του Βιετνάμ, κατέστρεψε σχεδόν όλη την παραγωγική ικανότητα παραγωγής ενέργειας στο Βόρειο Βιετνάμ. Και στον Πόλεμο του Κόλπου, οι αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ διέκοψαν το 90% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ιράκ. Αλλά σε καμία απ’ αυτές τις περιπτώσεις ο πληθυσμός δεν εξεγέρθηκε.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η πιο πρόσφατη περίπτωση. Για σχεδόν δύο χρόνια, η Ρωσία επιδιώκει να καταναγκάσει την Ουκρανία μέσα από κύματα καταστροφικών αεροπορικών επιθέσεων εναντίον πόλεων σε όλη τη χώρα, σκοτώνοντας περισσότερους από 10.000 αμάχους, καταστρέφοντας περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια σπίτια και εκτοπίζοντας περίπου οκτώ εκατομμύρια Ουκρανούς.

Η Ρωσία συντρίβει ξεκάθαρα την Ουκρανία. Αλλά δεν μπορεί να συντρίψει το μαχητικό πνεύμα της, αυτή η μαζική πολιτική τιμωρία έπεισε τους Ουκρανούς να πολεμήσουν τη Ρωσία πιο έντονα από ποτέ.

Μια αντιπαραγωγική εκστρατεία

Αυτό το ιστορικό μοτίβο επαναλαμβάνεται στη Γάζα. Παρά τις επί σχεδόν δύο μήνες σφοδρές στρατιωτικές επιχειρήσεις – ουσιαστικά ανεξέλεγκτες από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον υπόλοιπο κόσμο – το Ισραήλ έχει επιτύχει μόνο οριακά αποτελέσματα.

Με οποιαδήποτε ουσιαστική μέτρηση, η εκστρατεία δεν οδήγησε σε έστω και μερική ήττα της Χαμάς. Οι αεροπορικές και χερσαίες επιχειρήσεις του Ισραήλ έχουν σκοτώσει έως και 5.000 μαχητές της (σύμφωνα με ισραηλινούς αξιωματούχους), σε σύνολο περίπου 30.000.

Αλλά αυτές οι απώλειες δεν θα μειώσουν σημαντικά την απειλή για τους ισραηλινούς πολίτες, αφού, όπως απέδειξαν οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, χρειάζονται μόνο μερικές εκατοντάδες μαχητές για να σπείρουν τον όλεθρο στις ισραηλινές κοινότητες.

Η Ρωσία συντρίβει ξεκάθαρα την Ουκρανία. Αλλά δεν μπορεί να συντρίψει το μαχητικό πνεύμα της, αυτή η μαζική πολιτική τιμωρία έπεισε τους Ουκρανούς να πολεμήσουν τη Ρωσία πιο έντονα από ποτέ (φωτογραφία του Reuters/Alexander Ermochenko από την ισοπεδωμένη Μαριούπολη).

Ακόμη χειρότερα, οι ισραηλινοί αξιωματούχοι παραδέχονται επίσης ότι η στρατιωτική εκστρατεία σκοτώνει διπλάσιο αριθμό αμάχων από τους μαχητές της Χαμάς. Με άλλα λόγια, το Ισραήλ σχεδόν σίγουρα παράγει περισσότερους «τρομοκράτες» (σ.σ. όρος που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας του άρθρου) απ’ όσους σκοτώνει, αφού κάθε νεκρός άμαχος θα έχει οικογένεια και φίλους πρόθυμους να συμμετάσχουν στην ισλαμιστική οργάνωση προκειμένου να εκδικηθούν.

Εγκατέλειψαν τις σήραγγες

Η στρατιωτική υποδομή της, όπως είναι, δεν έχει ουσιαστικά καταστραφεί, ακόμη και μετά τις διαβόητες επιχειρήσεις κατά του νοσοκομείου αλ Σίφα, το οποίο ο ισραηλινός στρατός ισχυρίζεται ότι χρησιμοποιούσε η Χαμάς ως επιχειρησιακή βάση.

Οπως δείχνουν τα βίντεο που κυκλοφόρησαν από τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις, το Ισραήλ έχει καταλάβει και καταστρέψει τις εισόδους σε πολλές από τις σήραγγες της Χαμάς, αλλά αυτές μπορούν τελικά να επισκευαστούν, όπως ακριβώς κατασκευάστηκαν αρχικά.

Το πιο σημαντικό, οι ηγέτες και οι μαχητές της φαίνεται να έχουν εγκαταλείψει τις σήραγγες προτού εισέλθουν οι ισραηλινές δυνάμεις, πράγμα που σημαίνει ότι η πιο σημαντική υποδομή της ομάδας – οι μαχητές της – επέζησαν.

Η Χαμάς έχει ένα πλεονέκτημα έναντι των ισραηλινών δυνάμεων: μπορεί εύκολα να εγκαταλείψει μια μάχη, ν’ αναμειχθεί με τον άμαχο πληθυσμό και να ζήσει για να πολεμήσει ξανά υπό ευνοϊκότερες συνθήκες. Γι’ αυτό και μια μεγάλης κλίμακας ισραηλινή χερσαία επιχείρηση είναι επίσης καταδικασμένη σε αποτυχία.

Έχει τον έλεγχο των μαχητών της

Γενικότερα, η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ δεν έχει αποδυναμώσει αρκετά τον έλεγχο της ισλαμιστικής παλαιστινιακής οργάνωσης στη Γάζα. Το Ισραήλ έχει σώσει μόνο έναν από τους περίπου 240 ομήρους που αιχμαλωτίστηκαν στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Οι μόνοι από τους υπόλοιπους που επέστρεψαν, ελευθερώθηκαν από τη Χαμάς, αποδεικνύοντας ότι η ομάδα εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο των μαχητών της.

Παρά τις μεγάλες ελλείψεις ηλεκτρικού ρεύματος και τις εκτεταμένες καταστροφές σε ολόκληρη τη Γάζα, η Χαμάς συνεχίζει να βγάζει προπαγανδιστικά βίντεο που δείχνουν ωμότητες σε βάρος αμάχων οι οποίες διαπράττονται από τις ισραηλινές δυνάμεις και σφοδρές μάχες μεταξύ μαχητών της και ισραηλινών στρατευμάτων.

Η προπαγάνδα της ομάδας ξεδιπλώνεται ευρέως στην εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων Telegram, στην οποία ο λογαριασμός της έχει περισσότερους από 620.000 υποστηρικτές.

Σύμφωνα με την καταμέτρηση του Ερευνητικού Προγράμματος για την Ασφάλεια και τις Απειλές του Πανεπιστημίου του Σικάγο (το οποίο διευθύνω), η στρατιωτική πτέρυγα της Χαμάς, οι Ταξιαρχίες αλ-Κασάμ, αναρτά σχεδόν 200 βίντεο και δημοσιεύσεις κάθε εβδομάδα από τις 11 Οκτωβρίου έως τις 22 Νοεμβρίου μέσω αυτού του καναλιού.

Γη για την ειρήνη

Ο μόνος τρόπος για ν’ αποφευχθεί μια διαρκής ήττα από τη Χαμάς είναι η επίθεση στους ηγέτες και τους μαχητές της, ενώ θα διαχωρίζονται από τον γύρω πληθυσμό. Ωστόσο, αυτό είναι πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει, ειδικά επειδή η οργάνωση αντλεί τις δυνάμεις της απευθείας από τον τοπικό πληθυσμό και όχι από το εξωτερικό.

Πράγματι, τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν τον βαθμό στον οποίο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ παράγουν τώρα περισσότερους τρομοκράτες από όσους σκοτώνουν. Σε μια δημοσκόπηση της 14ης Νοεμβρίου σε Παλαιστίνιους στη Γάζα και τη Δυτική Οχθη που διεξήχθη από τον Αραβικό Κόσμο για την Ερευνα και την Ανάπτυξη, το 76% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι βλέπει θετικά τη Χαμάς.

Tα στοιχεία της έρευνας δείχνουν τον βαθμό στον οποίο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ παράγουν τώρα περισσότερους «τρομοκράτες» από όσους σκοτώνουν (στη φωτογραφία του Reuters/Ibraheem Abu Mustafa, μαχητές της Χαμάς σε παρέλαση στην πόλη της Γάζας)

Συγκρίνετέ το αυτό με το 27% των ερωτηθέντων και στις δύο περιοχές που δήλωσαν σε διαφορετικές δημοσκοπήσεις τον Σεπτέμβριο ότι η συγκεκριμένη οργάνωση ήταν «η πιο άξια να εκπροσωπήσει τον παλαιστινιακό λαό».

Τα διδάγματα της ιστορίας

Το συμπέρασμα είναι αποθαρρυντικό: ένα μεγάλο μέρος των περισσότερων από 500.000 παλαιστίνιων ανδρών μεταξύ 18 και 34 ετών είναι τώρα ώριμοι να στρατολογηθούν από τη Χαμάς ή άλλες παλαιστινιακές ομάδες που επιδιώκουν να στοχοποιήσουν το Ισραήλ και τους πολίτες του.

Αυτό το αποτέλεσμα ενισχύει επίσης τα διδάγματα της ιστορίας. Σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη, οι περισσότεροι τρομοκράτες δεν επέλεξαν αυτόν τον τρόπο δράσης λόγω θρησκείας ή ιδεολογίας, αν και για ορισμένους ισχύει. Αντίθετα, οι περισσότεροι άνθρωποι που γίνονται τρομοκράτες το κάνουν επειδή τους αρπάζουν τη γη τους.

Έχω μελετήσει επί δεκαετίες τους πιο ακραίους τρομοκράτες – τρομοκράτες αυτοκτονίας – και η μελέτη μου για 462 ανθρώπους που αυτοκτόνησαν σε αποστολές για να σκοτώσουν άλλους, σε τρομοκρατικές ενέργειες από το 1982 έως το 2003, παραμένει η μεγαλύτερη δημογραφική μελέτη αυτού του είδους των επιτιθέμενων.

Εναντίον της κατοχής

Διαπίστωσα ότι υπάρχουν εκατοντάδες κοσμικοί τρομοκράτες αυτοκτονίας. Πράγματι, ο παγκόσμιος ηγέτης στην τρομοκρατία αυτοκτονίας κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ήταν οι Τίγρεις Ταμίλ, μια ανοιχτά αντιθρησκευτική, μαρξιστική ομάδα στη Σρι Λάνκα που πραγματοποίησε περισσότερες επιθέσεις αυτοκτονίας από τη Χαμάς ή τον Παλαιστινιακό Ισλαμικό Τζιχάντ – τις δύο πιο θανατηφόρες παλαιστινιακές τρομοκρατικές ομάδες – μαζί.

Αυτό που το 95% των τρομοκρατών αυτοκτονίας είχαν κοινό στη βάση δεδομένων μου ήταν ότι δρούσαν εναντίον μιας στρατιωτικής κατοχής που έλεγχε εδάφη τα οποία θεωρούσαν πατρίδα τους.

Από το 1994 έως το 2005, η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές τρομοκρατικές ομάδες πραγματοποίησαν περισσότερες από 150 επιθέσεις αυτοκτονίας, σκοτώνοντας περίπου 1.000 Ισραηλινούς. Μόνο όταν το Ισραήλ απέσυρε τις στρατιωτικές δυνάμεις από τη Γάζα, αυτές οι ομάδες σχεδόν εντελώς εγκατέλειψαν αυτήν την τακτική.

Από τότε, ο αριθμός των Παλαιστινίων στη Γάζα και τη Δυτική Οχθη έχει αυξηθεί κατά 50%, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολο για το Ισραήλ να ελέγξει μακροπρόθεσμα τα εδάφη. Υπάρχει κάθε λόγος να πιστεύουμε ότι η ανανεωμένη στρατιωτική κατοχή της Γάζας από το Ισραήλ —«για αόριστο χρονικό διάστημα», σύμφωνα με τον Νετανιάχου — θα οδηγήσει σ’ ένα νέο, ίσως μεγαλύτερο κύμα επιθέσεων αυτοκτονίας εναντίον ισραηλινών πολιτών.

Το πρόβλημα των εποικισμών

Αν και υπάρχουν πολλές διαστάσεις στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, ένα γεγονός βοηθά στην αποσαφήνιση της περίπλοκης εικόνας. Σχεδόν κάθε χρόνο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο εβραϊκός πληθυσμός στα παλαιστινιακά εδάφη αυξάνεται, ακόμη και κατά τα χρόνια της ειρηνευτικής διαδικασίας του Όσλο τη δεκαετία του 1990.

Η ανάπτυξη των εποικισμών σήμαινε απώλεια γης για τους Παλαιστινίους και αυξανόμενες ανησυχίες ότι το Ισραήλ θα κατάσχει περισσότερες εκτάσεις για να εγκαταστήσει περισσότερους Εβραίους στα παλαιστινιακά εδάφη. Πράγματι, ο Γιόσι Νταγκάν, ένας πασίγνωστος έποικος και μέλος του κόμματος του Νετανιάχου (πρόεδρος του περιφερειακού συμβουλίου διαχείρισης των εβραϊκών οικισμών στην κατεχόμενη βόρεια Δυτική Όχθη), έχει ζητήσει τη δημιουργία οικισμών στη Γάζα, απ’ όπου οι τελευταίοι απομακρύνθηκαν το 2005.

Η αύξηση του εβραϊκού πληθυσμού στα παλαιστινιακά εδάφη είναι κεντρικός παράγοντας για την υποκίνηση των συγκρούσεων. Στα χρόνια αμέσως μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1967, ο συνολικός αριθμός των Εβραίων που ζούσαν στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα ανέρχονταν μόνο σε μερικές χιλιάδες. Οι σχέσεις Ισραήλ-Παλαιστινίων ήταν ως επί το πλείστον αρμονικές. Καμία παλαιστινιακή επίθεση αυτοκτονίας και λίγες επιθέσεις οποιουδήποτε είδους σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Δεξιά κυβέρνηση

Ομως τα πράγματα άλλαξαν όταν η δεξιά κυβέρνηση με επικεφαλής το Κόμμα Λικούντ ανέλαβε την εξουσία το 1977, υποσχόμενη μια μεγάλη επέκταση των εποικισμών. Ο αριθμός των εποίκων αυξήθηκε – από περίπου 4.000 το 1977 σε 24.000 το 1983 και σε 116.000 το 1993.

Μέχρι το 2022, περίπου 500.000 εβραίοι ισραηλινοί έποικοι ζούσαν στα παλαιστινιακά εδάφη, εξαιρουμένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, όπου διέμεναν επιπλέον 230.000 Εβραίοι.

Η αύξηση του εβραϊκού πληθυσμού στα παλαιστινιακά εδάφη, μέσω των εποικισμών και της αρπαγής γης, είναι κεντρικός παράγοντας για την υποκίνηση των συγκρούσεων (φωτογραφία Reuters/Ammar Awad)

Καθώς οι εποικισμοί αναπτύσσονταν, η σχετική αρμονία μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων διαλύθηκε.

Πρώτα ήρθε η δημιουργία της Χαμάς το 1987, και στη συνέχεια η πρώτη Ιντιφάντα του 1987–93, η δεύτερη Ιντιφάντα του 2000–2005 και έκτοτε συνεχίστηκαν οι γύροι σύγκρουσης μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών.

Η σχεδόν συνεχής ανάπτυξη των εβραϊκών εποικισμών είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο η ιδέα μιας λύσης δύο κρατών έχει χάσει την αξιοπιστία της από τη δεκαετία του 1990.

Εάν πρόκειται να υπάρξει μια σοβαρή πορεία προς ένα παλαιστινιακό κράτος στο μέλλον, αυτή η ανάπτυξη πρέπει να τερματιστεί. Σε τελική ανάλυση, γιατί οι Παλαιστίνιοι ν’ απορρίψουν τη Χαμάς και να υποστηρίξουν μια υποτιθέμενη ειρηνευτική διαδικασία, εάν κάτι τέτοιο σημαίνει απλώς μεγαλύτερη απώλεια της γης τους;

Διαρκής ασφάλεια

Μόνο μια λύση δύο κρατών θα οδηγήσει σε διαρκή ασφάλεια τόσο για τους Ισραηλινούς όσο και για τους Παλαιστίνιους.

Αυτή είναι η μόνη βιώσιμη προσέγγιση που θα υπονομεύσει πραγματικά τη Χαμάς, και το Ισραήλ μπορεί και πρέπει να προχωρήσει μονομερώς μ’ ένα σχέδιο, λαμβάνοντας μέτρα από μόνο του πριν διαπραγματευτεί με τους Παλαιστίνιους.

Στόχος θα πρέπει να είναι η αναβίωση μιας διαδικασίας που παραμένει αδρανής από τότε που απέτυχαν οι τελευταίες διαπραγματεύσεις το 2008, πριν 15 χρόνια.

Για να είμαστε σαφείς, το Ισραήλ θα πρέπει να συνδυάσει αυτήν την πολιτική προσέγγιση με μια στρατιωτική, συμμετέχοντας σε περιορισμένες, συνεχείς επιχειρήσεις κατά των ηγετών και των μαχητών της Χαμάς.

Ο μυθικός χρόνος

Ομως η χώρα πρέπει να υιοθετήσει το πολιτικό στοιχείο της στρατηγικής τώρα, όχι αργότερα. Το Ισραήλ δεν μπορεί να περιμένει μέχρι μετά από κάποιο μυθικό χρόνο, όταν η παλαιστινιακή ισλαμιστική οργάνωση ηττηθεί μόνο με στρατιωτική ισχύ.

Οσοι αμφιβάλλουν ότι μπορεί ποτέ να επιτευχθεί λύση δύο κρατών έχουν δίκιο ότι η άμεση επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τους Παλαιστίνιους δεν θα μείωνε τη βούληση της Χαμάς να πολεμήσει.

Πρώτον, η ομάδα είναι ορκισμένος υπέρμαχος της εξάλειψης του Ισραήλ. Από την άλλη, θα ήταν ένας από τους μεγαλύτερους χαμένους σε μια λύση δύο κρατών, καθώς μια ειρηνευτική συμφωνία θα περιλάμβανε σχεδόν σίγουρα την απαγόρευση των ένοπλων παλαιστινιακών ομάδων εκτός από τον κύριο εσωτερικό αντίπαλο της Χαμάς, την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία πιθανότατα θ’ απολάμβανε ανανεωμένης υποστήριξης και νομιμότητα εάν εξασφάλιζε μια συμφωνία που θα υποστήριζε η πλειοψηφία των Παλαιστινίων.

Ενα μονοπάτι προς τη λύση

Ακόμη και αν επιτευχθεί λύση δύο κρατών, το Ισραήλ θα εξακολουθεί να χρειάζεται μια ισχυρή αμυντική ικανότητα, αφού καμία πολιτική λύση δεν μπορεί να εξαλείψει εντελώς την απειλή της τρομοκρατίας για τα επόμενα χρόνια.

Αλλά αυτός είναι ο λόγος που ο στόχος τώρα δεν πρέπει να είναι η άμεση υποβολή ενός τελικού σχεδίου για μια λύση δύο κρατών – κάτι που απλώς δεν υπάρχει στη σφαίρα των πολιτικών δυνατοτήτων αυτή τη στιγμή.

Αντίθετα, ο άμεσος στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός μονοπατιού που τελικά θα οδηγήσει σ’ ένα παλαιστινιακό κράτος. Αν και οι σκεπτικιστές ισχυρίζονται ότι μια τέτοια πορεία είναι αδύνατη επειδή το Ισραήλ δεν έχει κατάλληλους παλαιστίνιους εταίρους, μπορεί, στην πραγματικότητα, να κάνει κρίσιμα βήματα από μόνο του.

Ορόσημα

Η ισραηλινή κυβέρνηση θα μπορούσε ν’ ανακοινώσει δημόσια ότι σκοπεύει να επιτύχει μια κατάσταση πραγμάτων στην οποία οι Παλαιστίνιοι ζουν σ’ ένα κράτος που επιλέγουν οι ίδιοι δίπλα-δίπλα μ’ ένα εβραϊκό κράτος του Ισραήλ.

Θα μπορούσε ν’ ανακοινώσει ότι σκοπεύει ν’ αναπτύξει μια διαδικασία για την επίτευξη αυτού του στόχου, ας πούμε, το 2030, και θα ορίσει ορόσημα για να φτάσει εκεί τους επόμενους μήνες.

Είναι η καταστροφή της βόρειας Γάζας και τώρα της νότιας Γάζας προοίμιο για την εκδίωξη ολόκληρου του πληθυσμού της επικράτειας στην Αίγυπτο; (φωτογραφία Reuters από τον μαζικό εκτοπισμό των Παλαιστινίων από το βόρειο τμήμα της Γάζας)

Οτι, επίσης, θα παγώσει αμέσως τους εβραϊκούς εποικισμούς στη Δυτική Οχθη και θα παραιτηθεί από ανάλογους στη Γάζα μέχρι το 2030 ως ένα βήμα εμπιστοσύνης που αποδεικνύει τη δέσμευσή του για μια πραγματική λύση δύο κρατών.

Πολιτικά βήματα

Και θα μπορούσε να δηλώσει ότι είναι πρόθυμο και έτοιμο να συνεργαστεί με όλα τα μέρη – όλες τις χώρες της περιοχής και πέρα από αυτήν, όλους τους διεθνείς οργανισμούς και όλα τα παλαιστινιακά κόμματα – που είναι πρόθυμα ν’ αποδεχθούν αυτούς τους στόχους.

Οχι ανεξάρτητα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ κατά της Χαμάς, αυτά τα πολιτικά βήματα θα ενίσχυαν μια συνεχή, εξαιρετικά στοχευμένη εκστρατεία για τη μείωση της βραχυπρόθεσμης απειλής επιθέσεων από την παλαιστινιακή οργάνωση.

Μια αντιτρομοκρατική πολιτική έχει αποτελέσματα και οφέλη όταν διαθέτει πληροφόρηση από τον τοπικό πληθυσμό, κάτι που είναι πολύ πιο πιθανό να συμβεί εάν αυτός ο πληθυσμός έχει ελπίδες για μια άλλη γνήσια πολιτική εναλλακτική έναντι της τρομοκρατικής ομάδας.

Μια πολιτική σφήνα

Πράγματι, μακροπρόθεσμα, ο μόνος τρόπος για να νικηθεί η Χαμάς είναι να μπει μια πολιτική σφήνα μεταξύ αυτής και του παλαιστινιακού λαού.

Τα μονομερή ισραηλινά βήματα που σηματοδοτούν μια σοβαρή δέσμευση για ένα νέο μέλλον θ’ άλλαζαν αναμφισβήτητα το πλαίσιο και τη δυναμική στη σχέση Ισραήλ – Παλαιστινίων και θα πρόσφεραν στους Παλαιστίνιους μια άλλη γνήσια επιλογή από την απλή υποστήριξη της Χαμάς και της βίας.

Οι Ισραηλινοί, από την πλευρά τους, θα ήταν πιο ασφαλείς, και τα δύο μέρη θα βρίσκονταν επιτέλους σε μια πορεία προς την ειρήνη.

Η επιρροή της Ουάσιγκτον

Φυσικά, η σημερινή ισραηλινή κυβέρνηση δεν φαίνεται να επιθυμεί ένα τέτοιο σχέδιο. Αυτό θα άλλαζε, ωστόσο, ειδικά εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσιζαν να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους.

Για παράδειγμα, ο Λευκός Οίκος θα μπορούσε ν’ ασκήσει ιδιωτικά μεγαλύτερη πίεση στην κυβέρνηση του Νετανιάχου για να περιορίσει τις αδιάκριτες επιθέσεις κατά τις αεροπορικές επιχειρήσεις.

Αλλά ίσως το πιο σημαντικό βήμα που θα έπρεπε να κάνει η Ουάσιγκτον τώρα θα ήταν να ξεκινήσει μια μεγάλη δημόσια συζήτηση σχετικά με την πολιτική του Ισραήλ στη Γάζα, μια συζήτηση που θα επέτρεπε να εξεταστούν σε βάθος εναλλακτικές στρατηγικές και θα παρείχε πλούσια δημόσια πληροφόρηση σε Αμερικανούς, Ισραηλινούς και ανθρώπους σε όλο τον κόσμο προκειμένου ν’ αξιολογήσουν τις συνέπειες για τον εαυτό τους.

Ολο και πιο ξεκάθαρη η αποτυχία

Ο Λευκός Οίκος έχει τη δυνατότητα να δημοσιοποιήσει τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ για τις επιπτώσεις της στρατιωτικής εκστρατείας του Ισραήλ στη Χαμάς και στους παλαιστίνιους αμάχους.

Το Κογκρέσο θα μπορούσε να διεξάγει ακροάσεις μ’ επίκεντρο ένα απλό ερώτημα: Η εκστρατεία παράγει περισσότερους τρομοκράτες από όσους σκοτώνει;

Η αποτυχία της τρέχουσας προσέγγισης του Ισραήλ γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη μέρα με τη μέρα. Η διαρκής δημόσια συζήτηση αυτής της πραγματικότητας, σε συνδυασμό με τη σοβαρή εξέταση έξυπνων εναλλακτικών λύσεων, προσφέρει την καλύτερη ευκαιρία για να πείσει το Ισραήλ να κάνει αυτό που, τελικά, είναι προς το δικό του εθνικό συμφέρον.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ.
Exit mobile version