O ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ στoν Βάλτο και στο Ρουμλούκι – Kαμπανία
9.11.1906 O ΑΓΡΑΣ ΚΑΤΕΛΑΒΕ ΤΟ ΠΑΤΩΜΑ «ΚΟΥΓΚΑ»
Ο Άγρας αποβιβάσθηκε στις εκβολές του Λουδία στα μέσα του Σεπτεμβρίου 1906 και στη συνέχεια ο Παπατζανετέας τον οδήγησε στην καλύβα «Τριχοβίστα» (Καμποχωρι), όπου εγκαταστάθηκε με το σώμα του. Εκεί τακτικός τροφοδότης ήταν ο Στεφανής Μπαντής. Αργότερα προωθήθηκε στις καλύβες «Αγία Μαρίνα» και «Παναγιώτη».
Ο Άγρας έθετε ως πρωταρχική αποστολή του την εκδίωξη των βουλγαρικών σωμάτων από τη λίμνη, που ήταν εγκαταστημένα σε ισχυρές καλύβες στο ΒΔ τμήμα της στην περιοχή Ζερβοχωρίου. Για να επιτευχθεί αυτό έπρεπε να έπρεπε να καταληφθεί κάποιο πάτωμα πολύ κοντά στις εχθρικές καλύβες, για να γίνει εκεί νέα καλύβα, ώστε να διεξαχθεί με ευνοϊκούς όρους η αποφασιστική πάλη. Ο Άγρας αποφάσισε να ανοίξει νέες υδάτινες διόδους προς τα εχθρικά οχυρά και να δημιουργήσει κοντά τους μία άλλη βάση. Για τις εργασίες αυτές χρησιμοποιήθηκαν Έλληνες χωρικοί εργάτες με ημερομίσθιο που επιλέχθηκαν από τα παραλίμνια ελληνικά χωριά του Ρουμλουκιού και ιδιαίτερα από τον Γιδά κι από αυτούς φαίνεται πως πληροφορήθηκε την ύπαρξη του πατώματος της καλύβας «Κούγκα», που χρησιμοποιούσε παλιά σαν ψαράδικο πάτωμα ο συγχωριανός τους Θεοχάρης Κούγκας.
Από παντού ήταν ακάλυπτοι και η ορατότητα έφτανε τα 50 μέτρα λόγω των πυκνών συστάδων καλαμιών και υδροχαρών δένδρων. Όλοι οι άνδρες του και οι χωρικοί εργάτες είχαν εντατική δουλειά τη μέρα και συνεχή υπηρεσία ασφαλείας τη νύχτα. Μεγάλος αντίπαλος του Άγρα ήταν και ο ανυπόφορα άγριος χειμώνας που είχε ενσκήψει, πρωτόγνωρος για τα τελευταία 70 χρόνια όπως έλεγαν οι παραλίμνιοι χωρικοί. Αρχικά από τις συνεχείς βροχές είχε πλημμυρίσει ο Βάλτος, ανέβηκε η στάθμη του νερού πλημμυρίζοντας και τις καλύβες. Ακολούθησε αφάνταστη παγωνιά, πάγωσε όλη η λίμνη και επί 15 μέρες αγωνίζονταν με τα άγρια στοιχεία της φύσης για να τροφοδοτήσουν τους άνδρες των γύρω τους φυλακίων σπάζοντας τον πάγο με τσεκούρια. Ο Δεμέστιχας έγραψε χαρακτηριστικά: «Τους εργαζόμενους χωρικούς επροστάτευε δια των ιδίων του ανδρών καλυπτόντων αυτούς εκατόν και πλέον μέτρα προς το μέρος των βουλγαρικών καλυβών. Συχνάκις και ο ίδιος και οι άνδρες του έμενον εντός των υδάτων άνω του γόνατος προστατεύοντες τους χωρικούς κατά πάσης ενέδρας ή αιφνιδιαστικής ενεργείας, καθ’ όν χρόνον ούτοι έκοπτον τας φυτείας, ίνα διανοίξουν δρόμον προς τα μέρη όπου ευρίσκοντο αι βουλγαρικαί καλύβαι». Όμως ο εντοπισμός δεν ερχόταν..
Με μεγάλη δυσκολία ο Άγρας βρήκε τελικά έναν εξαρχικό βουλγαρόφωνο γέροντα ψαρά, τον «γέρο Δημητρό», που ήταν δυσαρεστημένος από τους Βουλγάρους και δέχθηκε με αδρή αντιμισθία να αλλάξει στρατόπεδο και γίνει οδηγός του. Μ’ αυτόν ο Άγρας άρχισε να κάνει περιπολίες μέσα στη λίμνη. Ο Άγρας στρατολόγησε πολλούς χωρικούς από την Αγία Μαρίνα κι άρχισε να ανοίγει κι άλλο μονοπάτι προς τη σωστή κατεύθυνση με σκληρή κι επίπονη εργασία μέσα στα νερά. Μετά από λίγο πλησίασαν στο πάτωμα «Κούγκα» και πλέον κατά τις νυκτερινές ώρες άκουγαν καθαρά τραγούδια και γκάϊντες από την καλύβα του βουλγαρικού αρχηγείου. Όταν οι εργαζόμενοι χωρικοί πλησίασαν στα εκατό μέτρα άκουσαν θορύβους από εργαζόμενους βουλγάρους πάνω στο πάτωμα. Οι Έλληνες χωρικοί διέκοψαν τις εργασίες και με τους συνοδούς αντάρτες γύρισαν όλοι πίσω στο Αρχηγείο, για να ενημερώσουν τον Άγρα.
Σύμφωνα με τον Υψηλάντη ο Άγρας άρχισε την προετοιμασία για την επίθεση «κατά του βουλγαρικού πατώματος Κούγκα». Η επίθεση πέτυχε πλήρως χωρίς καμία απώλεια ούτε τραυματισμό, το πάτωμα κατελήφθη, σκοτώθηκε πάνω σ’ αυτό ένα κομιτατζής και ένας χωρικός, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι οι εξαρχικοί χωρικοί που εργάζονταν στο πάτωμα, ενώ οι άλλοι έφυγαν. Μετά λίγη ώρα όμως άρχισαν πυρά κατά του πατώματος από τη δύναμη του βουλγαρικού αρχηγείου όλη τη μέρα. Οι άνδρες του Άγρα δεν μπορούσαν ούτε το κεφάλι τους να σηκώσουν, διότι κατά τον Υψηλάντη το πάτωμα «[…] ήτο τελείως ακάλυπτον και πολύ ορατόν εκ μέρους των βουλγάρων, διότι δια της συγκεντρώσεως προ αυτού κινουμένων ρευμάτων συνεχώς είχε σχηματισθή πέριξ αυτού μία πλαζ ανοικτή και ελευθέρα, μη υπαρχόντων ως εκ τούτου πέριξ αυτού δένδρων. Δυστυχώς κατά την ημέραν ταύτην απωλέσαμεν δύο συντρόφους μας φονευθέντας επί τόπου από τα βουλγαρικά πυρά, ούτοι είναι […] ο Ευθύμιος Μπασδάνης και ο Δημήτριος Κοντογιάννης και τους οποίους παραλαβόντες μετά του Αρχηγού, μετεφέραμεν εις το Νησί Βεροίας όπου και τους ενταφιάσαμεν […]».
Σύμφωνα με άλλες πηγές ο Άγρας εγκαταστάθηκε χωρίς μάχη στις 9.11.1906 στο πάτωμα της Κούγκας αλλά δέχθηκε επίθεση την επόμενη ημέρα και παρέμεινε εκεί με ορισμένους άνδρες του τρείς μέρες και τρείς νύχτες. Για να διαφυλάξουν την κατοχή του κοιμούνταν βρεγμένοι, τρέφονταν κάκιστα και ήταν εκτεθειμένοι σε κινδύνους από κάθε άποψη και δεν έδιναν κανένα σημείο ζωής για να μην κινήσουν την προσοχή των βουλγάρικων περιπολιών. Ήταν δύσκολο να κάνουν αμέσως πρόχειρη καλύβα και να την προασπίσουν με κάποιο πρόχωμα.
Στην από 12.11.1906 επιστολή του ο «Τελλίδης» [Τέλλος Άγρας] έγραψε: «[…] Την Παρασκευήν το απόγευμα κατέλαβον το πάτωμα Κούγκα όπου μέχρι του παρελθόντος Μαίου εχρησίμευεν ως βουλγαρικό καλύβι οπότε κατεσκεύασα νέον σχολείον [καλύβα] πλησίον του προμνησθέντος επί της αυτής οδού πλησίον παλαιού περί το 1/4 […] Την επομένην το πρωί διήλθεν είς [εξαρχικός] ψαράς όστις αντιληφθείς τους εν τω πατώματι ημετέρους ηθέλησεν να φύγη αλλά πυροβοληθείς εφονεύθη. Τούτο εξύπνησε τους εν τω γειτνιάζοντι οικήματι [καλύβα «Ζερβοχώρι»] οικούντας και αντιληφθέντες την στιγμήν εκείνην τι συμβαίνει επέβησαν των μπλαβών και επετέθησαν αλλ’ ευτυχώς απεσύρθησαν πάλιν εις τι οίκημά των οπόθεν ήρχισαν ενεργούντες […]».
Ο Άγρας κάλεσε αμέσως όλα τα άλλα ελληνικά σώματα που έσπευσαν από τις άλλες καλύβες. Ο Δεμέστιχας από το «Τσέκρι» με όλο του το σώμα βγήκε πρώτα στο Νεοχώρι και μετά από τρείς ώρες πορεία έφτασε στην Τριχοβίστα, απ’ όπου ξαναμπήκε στη λίμνη και πήγε με πλάβες στο νεοανακαλυφθέν πάτωμα της «Κούγκα». Στα απομνημονεύματά του έγραψε: «Εύρον αυτόν επί του πατώματος Κούγκα μετά των ανδρών του, ακλόνητον βράχον θελήσεως και τόλμης, παρά την διαρκώς αύξουσαν εξάντλησίν του εκ των κακουχιών και του πυρετού».
Στη συνέχεια συνεχίστηκαν νυχθημερόν οι εργασίες για να κατασκευασθούν νέα καλύβα και πρόχωμα στο πάτωμα Κούγκα ώστε να εξασφαλισθεί η καταληφθείσα θέση που απείχε μόλις 800 μέτρα από την καλύβα Ζερβοχωρίου. Η καλύβα Κούγκα ήταν μακρυά από όχθη με παραλίμνια ελληνικά χωριά γιαυτό ήταν δύσκολη η εκεί μεταφορά χώματος με τις πλάβες, οπότε το πρόχωμά της έγινε χαμηλό για άμυνα πρηνηδόν. Πλέον ο Άγρας είχε την επιθυμητή προκεχωρημένη βάση για να επιτεθεί αργότερα στο εξαρχικό αρχηγείο.-
Αλεξάνδρεια, 9.11.2023 ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ mosio@otenet.gr